Αναγνώστες

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020

Τα παιδιά στην αρχαιότητα

Οι συνθήκες υγιεινής στην αρχαιότητα ήταν στοιχειώδεις. Οι ιατρικές γνώσεις σχετικά με τον τοκετό ήταν εμπειρικές, κι έτσι, τα ποσοστά θνησιμότητας, τόσο της μητέρας, όσο και του νεογέννητου, ήταν υψηλά. Το πιο πιθανό είναι ο τοκετός να γινόταν απουσία ανδρών. Η γέννηση του παιδιού συμπληρώνεται από την αποκοπή του ομφάλιου λώρου, το πλύσιμο και το σπαργάνωμά του. Σε περίπτωση επιπλοκών επέμβαινε η μαία. Αυτή, με μαλάξεις ή αντίστοιχους χειρισμούς, βοηθούσε στη διαδικασία. Τα ξόρκια ή οι επικλήσεις σε προστάτιδες θεές ήταν οι τελευταίες καταφυγές. Οι προστάτιδες θεότητες του τοκετού ήταν κυρίως η Ειλείθυια, αλλά και η Άρτεμις.

Στην Αθήνα, μετά τη γέννηση, κρεμούσαν ένα κλαδί ελιάς προκειμένου για αγόρι ή μια μάλλινη κορδέλα ή τούφα προκειμένου για κορίτσι. Το κλαδί ελιάς παραπέμπει στον πολιτικό και στρατιωτικό ρόλο του άντρα, ενώ η μάλλινη κορδέλα στη σύνδεση της γυναίκας με την οικεία. Αυτό το έθιμο ίσως χρησιμεύει στην ενημέρωση της κοινότητας για το φύλλο του παιδιού, ίσως όμως συνδέεται και με την προστασία του σπιτιού από το κακό. Η προστασία τώρα είναι πιο επιτακτική μια το παιδί θα περιοριστεί σε αυτό το σπίτι τις πρώτες 40 μέρες της ζωής του. Για τον ίδιο λόγο στο παιδί κρέμονταν φυλαχτά.



Η ομαλή γέννηση ενός παιδιού δεν συνεπαγόταν και την αποδοχή του. Αν το παιδί δεν γινόταν αποδεκτό από τον πατέρα, το μετέφεραν και το εγκατέλειπαν σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή. Ορισμένες φορές το άφηναν σε σημείο τέτοιο, που να είναι πιθανό να βρεθεί κάποιος πρόθυμος να το αναλάβει. Οι λόγοι που εξέθεταν κάποια μωρά είναι ηθικοί, οικονομικοί ή αφορούν τη δυσμορφία  κάποιων από τα νεογέννητα. Τα κορίτσια είχαν περισσότερες πιθανότητες μια και δεν θα προσέφεραν το ίδιο στην οικονομία του σπιτιού, αλλά και θα χρειαζόταν να δοθεί προίκα στον μελλοντικό τους γάμο. Κίνδυνο διέτρεχαν και οι καρποί παράνομων σχέσεων ή παιδιά σκλάβων. Η πρακτική αυτή δεν είναι μόνο ελληνική, αλλά απαντάται και σε άλλους πολιτισμούς της αρχαιότητας.


Η τεκνοποίηση στη Σπάρτη δεν ήταν ιδιωτική υπόθεση. Ο γάμος του Σπαρτιάτη και η επακόλουθη τεκνοποίηση ήταν υποχρέωσή του και η άρνηση ισοδυναμούσε με την απώλεια των πολιτικών δικαιωμάτων. Η γέννηση στη Σπάρτη γινόταν στο πατρικό σπίτι της γυναίκας μια και μετά το γάμο οι νεόνυμφοι δεν έμεναν μαζί, αλλά βλέπονταν κρυφά τη νύχτα. Μετά τον τοκετό τα παιδιά δεν ξεπλένονταν με νερό, αλλά με κρασί και δεν τα σπαργάνωναν. Το πλύσιμο με κρασί συνδέεται με τη στρατιωτική φύση της πόλης μια και πίστευαν ότι μόνο τα δυνατά νεογέννητα θα περνούσαν αυτή τη διαδικασία. Η απόφαση για το αν το βρέφος θα ανατραφεί ή θα εγκαταλειφθεί παιρνόταν όχι από τον πατέρα όπως στην Αθήνα, αλλά από τη γερουσία. Ο πατέρας παρουσίαζε σε αυτήν το βρέφος, κι αν αποφασιζόταν η εγκατάλειψή του, όριζαν στον πατέρα να το αφήσει στους Αποθέτες, ένα βάραθρο στον Ταΰγετο. Τα κριτήρια επιλογής ήταν η σωματική διάπλαση και η αρτιμέλεια του νεογέννητου. Τόσο το πλύσιμο με κρασί όσο και η έκθεση των αδύναμων ή δύσμορφων παιδιών δηλώνει τη ροπή της σπαρτιατικής κοινωνίας στην ευγονική.

Η γέννηση και αποδοχή του νεογέννητου ακολουθείτο από κάποιες τελετουργίες, που σαν σκοπό είχαν να ενσωματώσουν το νέο μέλος στο πολιτικό και θρησκευτικό πλαίσιο της πόλης. Ο νέος Αθηναίος από το σπίτι εντάσσεται στη φρατρία κι εν τέλει στην πόλη, αποκτώντας την ιδιότητα του πολίτη. Παρόμοιο τελετουργικό δεν υπάρχει για κορίτσια. Το πέρασμα του νεογέννητου από τη βρεφική ηλικία μέχρι την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη αφορά μόνο τα αγόρια μια και η έννοια του πολίτη είναι αντρικό προνόμιο. Στη Σπάρτη η απόκτηση της ιδιότητας του ομοίου περνά από την επιτυχημένη εκπαίδευση και δεν απονέμεται μόνο βάσει καταγωγής.
Στην Αθήνα, πέντε ή επτά μέρες μετά τη γέννηση, γινόταν μια γιορτή στην οικεία του παιδιού. Παράλληλα με τη γιορτή συνέβαιναν και κάποια τελετουργικά που είχαν σαν σκοπό την ένταξη του νεογέννητου στην οικογένεια. Το αίμα που προέκυπτε από τον τοκετό ήταν μίασμα για την οικογένεια. Τα αμφιδρόμια, εκτός από τελετή εισαγωγής του νεογέννητου στον οίκο, ήταν και τελετή κάθαρσης από αυτό το μίασμα. Όσοι είχαν συμμετάσχει στον τοκετό, έχοντας το παιδί στην αγκαλιά και φορώντας ελαφριά ρούχα έτρεχαν γύρω από την εστία του σπιτιού. Στη τελετουργία παρίστατο κι ο πατέρας. Ακολουθούσε πλούσιο γεύμα. Κατά τη δέκατη μέρα γινόταν η ονοματοδοσία του παιδιού. Συγγενείς και φίλοι επισκέπτονταν την οικεία με δώρα, τα γενέθλια ή οπτήρια. Ακολουθούσε νέα γιορτή. Στα παιδιά δίνονταν τα ονόματα των παππούδων από την πλευρά του πατέρα. Μετά τις πρώτες 40 μέρες η μητέρα με το νεογέννητο επισκέπτονταν το πλησιέστερο ιερό της Ειλειθυίας ή της Δήμητρας, προσφέροντας αναίμακτες θυσίες, αλλά και θυσιάζοντας στο βωμό κάποιο ζώο, ώστε να πάρει η Θεά υπό την προστασία της το παιδί. Την Τρίτη μέρα των Απατουρίων (Κουρεώτις) γίνονταν το μείον και το κούρειον. Πρόκειται περί τελετουργιών αποδοχής του παιδιού στη φρατρία. Το μείον ήταν μια θυσία του πατέρα στα πρώτα Απατούρια μετά τη γέννηση. Πιο σημαντική τελετουργία ήταν το κούρειον, δηλαδή μια τελετουργία που συμβολίζει την είσοδο του νεαρού αγοριού στην εφηβεία και την είσοδό του στη φρατρία και περιλαμβάνει το κούρεμα του, την αφιέρωση της κώμης στην Άρτεμη και θυσία. Μετά το κούρειον ο νέος εγγραφόταν στο δήμο και θα αναλάμβανε καθήκοντα φρουρού της πόλης.



Στην Αθήνα, μέχρι το έβδομο έτος, τα παιδιά μεγάλωναν στο γυναικωνίτη. Η τροφός, στα πλουσιότερα σπίτια, φρόντιζε το παιδί στα πρώτα βήματά του. Αυτή ήταν συχνά δούλη ή μια φτωχότερη Αθηναία και κάλυπτε τις πρώτες ανάγκες του βρέφους, συχνά και το θηλασμό. Μετά τον απογαλακτισμό φρόντιζε την εκπαίδευση του παιδιού στην εξυπηρέτηση των πρώτων αναγκών του.
Τα αγόρια, όταν πια καταλάβαιναν τη γλώσσα, αναλαμβάνονταν από τον παιδαγωγό. Αυτός ήταν ένας έμπιστος δούλος και συνόδευε το παιδί στις καθημερινές του ασχολίες. Ο παιδαγωγός ασκούσε μεγάλη επιρροή στο παιδί και έπαιζε μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Τόσο η τροφός όσο και ο παιδαγωγός σύναπταν στενή σχέση με το παιδί που συνεχιζόταν και αργότερα. 
Παρομοίως με την Αθήνα, στη Σπάρτη, μέχρι το 7ο έτος το παιδί μεγάλωνε σπίτι του. Η τροφοί της Σπάρτης προετοίμαζαν το παιδί για τη σκληρή και πειθαρχημένη ζωή της πόλης. Μάθαιναν τα παιδιά να μην φοβούνται, να μην διαμαρτύρονται και να τρώνε κάθε φαγητό. Αυτό τις έκανε περιζήτητες σε όλη την Ελλάδα. Η εκπαίδευση είχε υποχρεωτικό χαρακτήρα κι εξυπηρετούσε κυρίως στρατιωτικούς σκοπούς. Το σπαρτιατικό σύστημα απολάμβανε το θαυμασμό της πλειοψηφίας των αρχαίων φιλοσόφων.

Η εκπαίδευση στην αρχαιότητα έχει βαθιές ρίζες. Ο ίδιος ο Αχιλλέας, όπως φαίνεται στην Ιλιάδα, έλαβε από την παιδική ηλικία την φροντίδα - εκπαίδευση του Φοίνικα, ενώ το ίδιο παιδαγωγικό πρότυπο ενσαρκώνει και η μορφή του Κενταύρου Χείρωνα, που πλάι του διδάχτηκαν ένα ευρύ φάσμα γνώσεων ο Αχιλλέας, ο Νέστωρας, ο Ιάσονας ή ο Ασκληπιός.
Στην εκπαίδευση κατά τους αρχαϊκούς χρόνους κεντρικό ρόλο έχει η διδασκαλία των ομηρικών επών. Με αυτά κατακτάται το ιπποτικό ήθος, ένα σύνολο αξιών όπως η σύνεση και ο ορθός λόγος, η τιμή, η αυτοθυσία και η στρατιωτική αρετή· ήθος, το οποίο όμως υποτάσσεται σε μια ανώτερη θεϊκή παρέμβαση. Το ιπποτικό ήθος λοιπόν, διδάσκεται μέσα από μια υπερβατική θέαση της ζωής, όπου οι θεοί πρωταγωνιστούν στις ανθρώπινες πράξεις, αλλά και οι άνθρωποι λαμβάνουν μια σχεδόν θεϊκή διάσταση, ώστε να αναβιβαστεί η εικόνα τους σε ένα ιδανικό, ίσως άπιαστο πρότυπο.


Αυτή η αναπαράσταση του αγαθού - άριστου άντρα, του ομηρικού, δηλαδή, ηρωικού παραδείγματος, επηρεάζει τους κλασσικούς χρόνους, κάνοντας την αρχαία ελληνική ψυχή ορμητική κι ανταγωνιστική. Η εκπαίδευση διαχέεται και στα κατώτερα στρώματα προς το τέλος του 5ου αιώνα, όταν και οι εκπαιδευτικές ανάγκες οδηγούν στην ανάπτυξη του σχολικού θεσμού, όχι χωρίς την αριστοκρατική αντίσταση, που θεωρεί την καταγωγή αναγκαία συνθήκη για την κατάκτηση της αρετής. Για τους αριστοκράτες αυτοί που γνωρίζουν απλώς επειδή διδάχτηκαν είναι άξιοι περιφρόνησης. Ο άγνωστος «παλαιός Ολιγαρχικός» θρηνούσε για τη χαμένη αξία των τεχνών που τα κατώτερα στρώματα ήταν ανάξια να μαθαίνουν

Η συνάρτηση της σωματικής ρώμης με τις πνευματικές ικανότητες απαιτούσε και την καλλιέργεια του πνεύματος. Οι γόνοι πλουσιοτέρων οικογενειών μάθαιναν και μουσική· λύρα, αυλό, τραγούδι και χορό. «Αχόρευτος απαίδευτος» αποφαίνεται ο Πλάτωνας. Η μουσική έχει την κυρίαρχη θέση καθιστώντας το πνευματικό κομμάτι της εκπαίδευσης κυρίως καλλιτεχνικό κι όχι γνωσιολογικό. Μαζί με τη μουσική, η λυρική ποίηση, σχεδόν ίδια με τα αρχαϊκά χρόνια, έπλαθε τα ήθη των μαθητών. Ωστόσο πλάι στα ομηρικά έπη βρίσκονται και οι στίχοι του Σόλωνα, όπου εκτός από το πολιτικό μήνυμα εξυμνείται και η φιλία ή ο έρωτας. Η γραμματική μόρφωση έπεται χωρίς να μπορεί να τοποθετηθεί χρονικά με ακρίβεια το ξεκίνημά της. Ίσως η εισαγωγή του οστρακισμού το 508-7 π.Χ. να δείχνει ότι μια κάποια ικανότητα στη γραφή είχε κατακτηθεί από ικανό μέρος των Αθηναίων. Πάντως, σιγά σιγά, δίπλα στον παιδοτρίβη και τον κιθαριστή βρίσκεται κι ο γραμματιστής. Αφορούσε τα αγόρια τα οποία από το 7ο έτος, με τη βοήθεια του, διδάσκονταν γραφή, ανάγνωση κι αριθμητική. Τα έπη του Ομήρου συνέχιζαν να είναι τα κυρίαρχα διδακτικά κείμενα, διατηρώντας το ιδεώδες πρότυπο του γενναίου κι ενάρετου πολίτη.


Τα παιδιά διδάσκονταν από ιδιώτες δασκάλους σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια σε οικίες ή πλάι σε δημόσιους χώρους. Η εκπαίδευση σπάνια αφορούσε τα κορίτσια, τα οποία εκπαιδεύονταν μόνο στις οικιακές ασχολίες. Η «πρωτοβάθμια» εκπαίδευση, η οποία φυσικά δεν ήταν υποχρεωτική, περιλάμβανε γραφή κι ανάγνωση, ίσως αριθμητική, μουσική και φυσική αγωγή. Σχεδόν κάθε Αθηναίος πολίτης μπορούσε έστω και στοιχειωδώς να διαβάσει και να γράψει, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι γνώριζε μουσική. Η σωματική αγωγή εξυπηρετούσε και την οπλιτική ιδιότητα των πολιτών χωρίς ωστόσο να σημαίνει ότι ήταν άχρηστη στους Θήτες μια κι αυτοί υπηρετούσαν ως κωπηλάτες.

Τα παιδιά στην αρχαία Αθήνα συμμετείχαν στις γιορτές της πόλης μυούμενα στη θρησκευτικότητά της. Νεαρές παρθένες χορεύουν, κρατούν ιερά σκεύη ή χορεύουν στα Παναθήναια, παιδιά συμμετέχουν και μυούνται στα Ελευσίνια και οι γυναίκες παίρνουν μαζί τις κόρες τους στα Θεσμοφόρια. 
Το παιδικό παιχνίδι αφορούσε τόσο τα αγόρια, όσο και τα κορίτσια. Από τη βρεφική ηλικία όπως και στις μέρες μας χρησιμοποιούσαν τη πλαταγή, ένα είδος κουδουνίστρας. Αγαπημένο παιχνίδι των μικρών παιδιών ήταν το άθυρμα, ένα αλογάκι με ρόδες. Τα λίγο μεγαλύτερα παιδιά έπαιζαν τυφλόμυγα, παιχνίδια με μπάλα, πεντόβολα ή κρυφτό. Εκτός από το άθυρμα, υπήρχε γιο γιο, όπως σχεδόν το γνωρίζουμε σήμερα, βόλοι, σβούρα ή κούκλες.



Σε αντίθεση με την Αθήνα τα παιδιά της Σπάρτης, μετά το έβδομο έτος και μέχρι το τριακοστό, μεγάλωναν σε στρατιωτικούς καταυλισμούς κι έτσι δεν υπήρχαν παιδαγωγοί. Από μια αντίστοιχη εκπαίδευση περνούσαν και τα κορίτσια. Στη Σπάρτη η εκπαίδευση ήταν κρατική υπόθεση κι ο γονικός έλεγχος ήταν εξουδετερωμένος. Τα μαθήματα που παρακολουθούσε το Σπαρτιατόπουλο ήταν ίδια με αυτά της Αθήνας, μόνο που ήταν υποχρεωτικά και γίνονταν σε περιβάλλον ιδιαίτερης σκληρότητας κι ακραίας πειθαρχίας. Από το 7ο μέχρι το 12ο έτος της ηλικίας τους τα παιδιά ήταν στις λεγόμενες αγέλες υπό την επιτήρηση του παιδονόμου. Μετά τα 12 του χρόνια ο νεαρός σπαρτιάτης βίωνε μια ακόμα εντονότερη εκπαίδευση στρατιωτικού χαρακτήρα με συνεχείς κι επίπονες δοκιμασίες. Από τα 18 του χρόνια μέχρι τα 20, όπως και στην Αθήνα, υπηρετούσαν σε βοηθητικές στρατιωτικές υπηρεσίες.


Γοργίας ο Λεοντίνος
Στην Αθήνα, μετά τα μέσα του 5ου αιώνα, η εκπαίδευση μπορούσε να συνεχιστεί στις σχολές των σοφιστών και των φιλοσόφων. Τώρα, στο δημοκρατικό πολιτικό πλαίσιο, οι νέες ανάγκες του Αθηναίου πολίτη απαιτούσαν ικανότητα στο λόγο κι ευρεία μόρφωση. Οι σοφιστές είναι μη Αθηναίοι πολίτες κι εγκαινιάζουν το επάγγελμα του διδασκάλου. Αντλούν την πελατεία τους από τους κύκλους των πλουσίων και κτίζουν τη φήμη τους βγάζοντας δημόσιους λόγους· ισχυρίζονται ότι είναι παντογνώστες και αλάθητοι και φορούν επίσημη ένδυση. Διδάσκουν γεωμετρία, ρητορική, φυσική, αστρονομία, ιατρική και άλλα, καθιστώντας το πνευματικό στοιχείο της παιδείας κυρίαρχο.
Εδώ λοιπόν ξεκινάει μια αλλαγή, όπου η εκπαίδευση απομακρύνεται από τις ιπποτικές καταβολές της για να γίνει πιο γνωσιολογική. Αυτή η τομή γίνεται πιο ευδιάκριτη από τη γέννηση των σχολών του Πλάτωνα (387π.Χ.) και του Ισοκράτη (393 π.Χ.). Ο Πλάτωνας εκπαιδεύει τους μαθητές του από την ηλικία των 10 ετών. 3 χρόνια φιλολογικές σπουδές, 3 χρόνια μουσικές και 3 χρόνια μαθηματικές. Η εκπαίδευση συνεχίζεται σε ανώτατο επίπεδο για αρκετά ακόμα χρόνια.

Στους ελληνιστικούς χρόνους η μόρφωση σχεδόν θεοποιείται. Στα ταφικά μνημεία εμφανίζονται ως φιλόσοφοι ή ρήτορες, άνθρωποι που πριν πεθάνουν ασκούσαν άλλα επαγγέλματα. Αυτό συνέβαινε, διότι υπήρχε η μεταφυσική αντίληψη, ότι, μέσω της καλλιέργειας, η ψυχή των ανθρώπων κατακτά τη μακαριότητα. Στις αρχές του 5ου αιώνα η αντίληψη ήταν διαφορετική. Ο Αισχύλος για παράδειγμα ήθελε να μνημονεύεται ως μαραθωνομάχος παρά ως άνθρωπος των τεχνών
Η δημόσια εκπαίδευση ως πρακτική εισάγεται από τον Αριστοτέλη και συμβαίνει αργότερα στα ελληνιστικά χρόνια.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου