Αναγνώστες

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2019

Η Εικονομαχία

Η εικονομαχία στο Βυζάντιο χαρακτήρισε τον 8ο και 9ο αιώνα. Η έντασή της σε θεολογικό, πολιτικό, κοινωνικό ή και καλλιτεχνικό επίπεδο άφησε έντονα σημάδια. Τα εικονίσματα στο θεοκρατικό Βυζάντιο δεν ήταν μια απλή εικαστική απεικόνηση των Ιερών προσώπων, αλλά κάτι πολύ περισσότερο όπως θα δούμε. Αυτή η απεικόνηση όμως θα πυροδοτούσε μια υπεραιωνόβια σύγκρουση.

Η επικράτηση του Χριστιανισμού έγινε βαθμιαία και καθυστέρησε στις αγροτικές περιοχές. Αυτή η επικράτηση δεν συνέβη χωρίς την επιβίωση παλαιότερων λατρευτικών συνηθειών. Η λέξη paganus, που σήμαινε τον αγρότη της Αυτοκρατορίας άλλαξε νόημα και σήμαινε απαξιωτικά τον ειδωλολάτρη. Αυτοί οι ειδωλολάτρες εκχριστιανίστηκαν κρατώντας, λίγο ή πολύ, κάποια παγανιστικά στοιχεία της παλαιάς θρησκείας. Αυτή η τάση, όπως θα δούμε, μεταφέρεται στη χριστιανική αγιογραφία και φτάνουμε στο σημείο κάποιες εικόνες να γίνονται αντικείμενα λατρείας ή ακόμα περισσότερο κάποιες θεωρούνται αχειροποίητες, ενώ δεν είναι ασυνήθες να χρησιμοποιούνται και σαν νονοί σε βαπτίσεις. Η λατρεία στις εικόνες επεκτεινόταν και σε ιερά λείψανα ή αντικείμενα, όπως το φόρεμα και η ζώνη της Παναγίας, που θεωρείτο Παλλάδιο της Πόλης και περιφέρονταν μαζί με εικόνες στα τείχη της Πόλης όταν αυτή πολιορκείτο.

Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των ανατολικών κυρίως επαρχιών αποδοκίμαζε τις εικόνες. Εικονοκλαστικές τάσεις υπήρχαν έντονες από πιο πριν. Ο περιηγητής Arculf περιγράφει την καταστροφή μιας εικόνας από φανατικό πλήθος στην Κωνσταντινούπολη, ο Πατριάρχης Γερμανός Α΄ εκφραζόταν ανοιχτά εναντίον τους σε επιστολές περί το 720, ενώ στα τέλη του 7ου αιώνα έντονη εικονοκλαστική δραστηριότητα υπήρχε στη Φρυγία, την Αρμενία και τις γειτονικές περιοχές.

Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

Ο εθνικός διχασμός

Από τα τέλη Ιουλίου μέχρι και τον Αύγουστο του 1914 ένας νέος πόλεμος είχε γενικευτεί σε παγκόσμιο επίπεδο και οι αναταράξεις επηρέαζαν έντονα και την Ελλάδα. Μέχρι τις 28 Ιουνίου του 1917, που η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος κι ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος (Εικ. 1) συγκρούστηκαν με σφοδρότητα. 
Εικ.1 Κωνσταντίνος Α΄ και Ελευθέριος Βενιζέλος

Μετά το τέλος των βαλκανικών πολέμων η Ελλάδα σχεδόν διπλασιάστηκε εδαφικά και πληθυσμιακά κι ο Βενιζέλος ήταν πολιτικά κυρίαρχος. Η δημοτικότητα του Κωνσταντίνου ήταν επίσης πολύ υψηλή, μια κι ο ρόλος του στο θρίαμβο αυτών των πολέμων μόνο ασήμαντος δεν ήταν.

Ο Κωνσταντίνος ήταν μεγάλος θαυμαστής του αξιακού συστήματος του γερμανικού μιλιταρισμού. Η ίδια η γερμανική εξωτερική πολιτική είχε σαν στόχο τη δημιουργία ενός αντισλαβικού βαλκανικού άξονα, αρκετά βολικού για την Ελλάδα. Αναφορικά με την ανάμειξη της Ελλάδας στον πόλεμο, τηρούσε ουδέτερη στάση, διότι θεωρούσε σωστά, πως η αντοχή της νησιωτικής Ελλάδας στο κυρίαρχο βρετανικό ναυτικό θα ήταν μηδαμινή. Έτσι, δεν δέχτηκε την πρόταση του Κάιζερ να προσχωρήσει στο γερμανικό άξονα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1914.
Ο Βενιζέλος ταύτιζε τα ελληνικά συμφέροντα με αυτά της Entente και ιδιαίτερα της Αγγλίας. Πίστευε ότι αυτοί θα είναι οι νικητές και θεωρούσε ότι αν ενταχθεί η Ελλάδα σε αυτή τη συμμαχία, πιθανότατα, θα θεμελιώσει εδαφικά δικαιώματα απέναντι στους ανταγωνιστές της συμμαχίας. Ο Βενιζέλος έθετε στη διάθεση του άγγλου πρεσβευτή τον ελληνικό στρατό, αλλά η Αγγλία πιο πολύ ήλπιζε να αποσπάσει τη Βουλγαρία και την Τουρκία από τους εχθρούς της παρά να αποκτήσει τη συμμαχία της Ελλάδας.

Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Λαός και ηγετικές ομάδες στην προεπαναστατική Ελλάδα


Ο 18ος αιώνας επιφύλασσε κάποιες 
Εικ. 1 Χάρτης του 1812 
αλλαγές για τα νότια και ανατολικά βαλκάνια. Οι ρωσοτουρκικοί πόλεμοι έφεραν την Ρωσία στη θέση της προστάτιδας δύναμης των ορθοδόξων, επίσημα πλέον το 1774 με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή. Τότε οι παραδουνάβιες περιοχές απέκτησαν μια σχετική αυτονομία από την Οθωμανική αυτοκρατορία και ο ελληνικός στόλος γνώρισε τεράστια άνθηση. Στους Έλληνες, που μετά τα Ορλωφικά το 1770 υπέστησαν τρομακτικές διώξεις, έφτασαν οι κλυδωνισμοί της γαλλικής επανάστασης και ξύπνησαν για τα καλά μέσα τους το όραμα της απελευθέρωσης. Η ανάγκη της Οθωμανικής εξουσίας να διοικήσει τις κατακτημένες βαλκανικές περιοχές την ανάγκασε να συνεργαστεί με τον ντόπιο πληθυσμό. Στον ελλαδικό χώρο  έδρασαν ηγετικές ομάδες στην εκκλησία, τη διοίκηση, τη φορολογία και τη δημόσια ασφάλεια. Πλάι τους ο απλός λαός βίωνε την καταπίεση όχι μόνο από τον κατακτητή, αλλά κι από αυτές τις ομάδες.

Λίγο πριν το 1800 μόνο το 15% από τους 1.900.000 Έλληνες ζούσε στις πόλεις. Η Μακεδονία είχε πληθυσμό 700.000 κατοίκους, η Θεσσαλία 300.000, η Ήπειρος 400.000, η Στερεά 200.000 (η Αττική λιγότερους από 20.000), η Πελοπόννησος 300.000. Εκτός από κάποιες γαίες, που ο Σουλτάνος είχε απονείμει  σε κάποιους σαν ανταπόδοση για τις υπηρεσίες τους, οι άλλες περιοχές αποδίδονταν προς εκμετάλλευση σε άτομα, τα οποία πλειοδοτούσαν σε οικονομικές προσφορές προς την Πύλη. Στα πεδινά οι ιδιοκτησίες ανήκαν σε τσιφλικάδες που παραχωρούσαν τη γη σε αγρότες κρατώντας για τον εαυτό τους ένα πολύ σημαντικό μέρος της σοδειάς. Στα ορεινά υπήρχαν μόνο μικροϊδιοκτησίες που παρήγαγαν μικρές σοδειές. Οι φόροι ήταν κυρίως η δεκάτη, το χαράτσι (που πλήρωναν οι μη μουσουλμάνοι) κι ο στρεμματικός φόρος. Δεν πλήρωναν όλες οι ιδιοκτησίες όμως τον ίδιο φόρο. Ορισμένες εκτάσεις (τιμάρια) δίνονταν σε σπαχήδες που τα εκμεταλλεύονταν ή τα υπενοικίαζαν ή σε εκκλησιαστικά ιδρύματα (βακούφια).

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

Το πλαίσιο εξουσίας του Βυζαντινού Αυτοκράτορα

Εικ. 1 Βύζαντας
Τον 7ο π.Χ. αιώνα το μαντείο των Δελφών συμβούλευσε τους Μεγαρείς να αποικήσουν τη χώρα των τυφλών. Καθώς περνούσαν από ένα τριγωνικό ακρωτήρι στο Βόσπορο, θεώρησαν, ότι οι κάτοικοι της απέναντι Χαλκηδόνας ήταν οι τυφλοί, που ανέφερε το μαντείο, μια και αυτό το ακρωτήρι ήταν τόσο όμορφο, που μόνο κάποιοι τυφλοί δεν θα το επέλεγαν για τόπο εποικισμού. Σε αυτό το μικρό ακρωτήρι κτίστηκε το Βυζάντιο, όπου χίλια χρόνια μετά ο  Μεγάλος Κωνσταντίνος θα μετέφερε την πρωτεύουσα της πανίσχυρης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Εικ.2 Μέγας Κωνσταντίνος
Ο Κωνσταντίνος ο Μέγας, που από το 321 μετατοπιζόταν σταδιακά προς τον Χριστιανισμό, μετέφερε την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός που εκτός από τις στρατηγικές ανάγκες που ικανοποιούσε, ήταν και η απαγκίστρωση της αυτοκρατορίας από το ειδωλολατρικό παρελθόν και η πρόσδεσή της σε μια νέα θρησκεία. Έτσι, αυτή η  πολυεθνοτική κοινότητα ενοποιήθηκε βασιζόμενη στη χριστιανική θρησκεία, αλλά και αργότερα την ελληνική γλώσσα.  Εδώ λοιπόν, στη νέα πόλη, πιστευόταν, ότι η Θεία πρόνοια συγκέντρωσε την ελληνική φιλοσοφία και γλώσσα, τη ρωμαϊκή διοίκηση, ισχύ και νομική παρακαταθήκη, υπό την σκέπη της χριστιανικής ηθικής, και σαν σύνολο, όλα αυτά, θα αποτελούσαν το εργαλείο διάδοσης της χριστιανικής αλήθειας.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

Το γλωσσικό ζήτημα

Στην κλασσική Ελλάδα η ελληνική γλώσσα ήταν στοιχείο που σήμαινε πολιτιστική ανωτερότητα. Ο όρος «Βάρβαρος», που απέδιδε το ακατάληπτο των ξένων γλωσσών, περιόριζε τους ξένους σε μια αρνητική μερικότητα, από την οποία, χωρίς τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν. Η επέκταση του Ελληνισμού μέσω των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου έκανε την ελληνική γλώσσα να ομιλείτο σε έναν τεράστιο γεωγραφικό χώρο, από την κεντρική Μεσόγειο μέχρι τη Βακτριανή. Ωστόσο, επειδή χρησιμοποιείτο και στις εμπορικές συναλλαγές, στη λογοτεχνία, στη διπλωματία, στην επιστήμη και αλλού, από ένα ανομοιογενές πληθυσμιακό σύνολο και σε πολλές και απομακρυσμένες περιοχές, πήρε μια νέα απλοποιημένη μορφή, που σήμερα ονομάζουμε ελληνιστική κοινή, αφήνοντας την αττική διάλεκτο να έχει τη θέση μιας διοικητικής μόνο γλώσσας. 

Μέγας Αλέξανδρος
Η ελληνιστική κοινή δεν θα μείνει ένα προφορικό ιδίωμα, αλλά θα επικρατήσει και στον γραπτό λόγο, χωρίς όμως να είναι ίδια σε όλη την γεωγραφική περιοχή όπου ομιλείτο. Η διαμόρφωση και η εδραίωση της κοινής είναι ένα κομβικό σημείο, όπου η πολυμορφία των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων συνενώθηκε σε μια κοινή, πιο απλή γλώσσα και οριοθέτησε το πλαίσιο, μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε και η νέα ελληνική γλώσσα. Οι σημαντικότερες αλλαγές από την αττική διάλεκτο αφορούν τη φωνολογία, τη μορφολογία και η σύνταξη ενώ κάποιες λέξεις αλλάζουν ή απορρίπτονται. Τον 2ο π.Χ. αιώνα ο Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη επινοεί τον τονισμό των λέξεων και τα σημεία στίξης.
Η οικουμενικότητα αυτής της ελληνιστικής κοινής από τη μία και η ρωμαϊκή κατάκτηση αργότερα από την άλλη, άμβλυναν το απλουστευτικό σχήμα του ανώτερου Έλληνα και του κατώτερου Βαρβάρου. Σε αυτή την κοινή γλώσσα εξάλλου συγγράφουν φιλόσοφοι, ιστορικοί, επιστήμονες. Η ρωμαϊκή κατάκτηση δεν επέβαλε τα λατινικά. Σε όλο το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας τα ελληνικά επικρατούσαν. Η πλειοψηφία των μορφωμένων και φιλόδοξων ρωμαίων θέλγονταν από την ελληνομάθεια και πολύ συχνά ήταν δίγλωσσοι. Από τον 3ο π.Χ. αιώνα πλήθος παιδαγωγών μορφώνουν τους γόνους των πλούσιων ρωμαίων. Επίσης και το πλήθος των απλών ανθρώπων καταλάβαινε αρκετά από την ελληνιστική κοινή. Το πλήθος των αιχμαλώτων δούλων από τις ανατολικές επαρχίες, που γνώριζαν την ελληνική, διέδωσαν τη γλώσσα τους. Στις ανατολικές περιοχές η λατινική γλώσσα δεν διαδίδεται στον ίδιο βαθμό. Πολλοί λίγοι μιλούν λατινικά. Έτσι ακόμα και οι άνθρωποι που έφταναν εκεί υφίσταντο ένα γλωσσικό εξελληνισμό.


Τα πολιτιστικά πρωτεία κατακτώνται σταδιακά από ανατολικότερες περιοχές όπως η Ρόδος , η Σμύρνη και η Έφεσος. Εδώ, η μόδα του ασιανισμού, μια προσπάθεια μίμησης του ρητορικού λόγου της κλασσικής περιόδου, με τη χρήση όμως της κοινής γλώσσας, με στοιχεία εντυπωσιασμού, χωρίς όμως να αποτελεί λόγο πρόσφορο για στοχασμό ή ανάλυση, θεωρήθηκε από πλήθος διανοητών ως πνευματική παρακμή.

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019

Τα Eυαγγελικά (Νοέμβριος 1901)

Το 1901 οι εντάσεις στην ελληνική κοινωνία δεν ήταν μικρές. Πριν από 4 χρόνια η μεγάλη ιδέα, ο πόθος για απελευθέρωση των χαμένων πατρίδων, είχε πληγεί από την ολοκληρωτική ήττα του 1897. Παρόμοιους πόθους για τη μακεδονική γη  δεν είχαν μόνο οι Έλληνες, αλλά και οι Βούλγαροι και οι Σλάβοι, μια και αυτή φαινόταν ότι θα χαθεί από τον έλεγχο της παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι λοιπόν το εθνικό όνειρο ξύπναγε ξανά, έχοντας όμως εναντίον του νέους ανταγωνιστές.
Στην κορύφωση της έντασης ήταν και το γλωσσικό ζήτημα. Ένα ζήτημα ζωντανό για σχεδόν 2000 χρόνια, που δεν ήθελε απλά τη γλώσσα να είναι μέσο επικοινωνίας, αλλά την εξύψωνε σε θέση ιερή.  Η γλώσσα δεν συνέδεε  μόνο το σύγχρονο έθνος, αλλά επιβεβαίωνε και την εθνική συνέχεια από την ένδοξη αρχαιότητα μέχρι τότε.

Εικ.1 εφημερίδα "Ακρόπολη" 9/9/1901
Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1901 η εφημερίδα «Ακρόπολη» αναγγέλλει ότι θα δημοσιεύσει σε συνέχειες  το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο,  σε μετάφραση στη δημοτική από τον Α. Πάλλη (Εικ.1). 
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που μεταφράστηκε κάποιο ιερό κείμενο στη δημώδη γλώσσα. Ο καθηγητής θεολογίας Φ. Παπαδόπουλος το είχε επιχειρήσει παλαιότερα εκδίδοντας σε περιορισμένα αντίτυπα ένα σχετικό βιβλίο. 
Όμως τώρα αυτή η μετάφραση δεν πέρασε απαρατήρητη και συγκέντρωσε την κριτική των άλλων εφημερίδων.

Εικ.2 Εφημερίδα "Εμπρός" 18/9/1901
Αρχικά οι αντιδράσεις είναι αναιμικές. Στις 18 Σεπτεμβρίου η εφημερίδα «Εμπρός» γράφει: «...Και ταύτα εν ονόματι της ελευθερίας της συνειδήσεως. Εν ονόματι της ελευθερίας δύνανται να διαπράττωνται εγκλήματα, αλλ΄υπό τον όρον να μην απευθύνονται κατ΄ατόμων, αλλά καθ΄ολοκλήρου κοινωνίας, καθ΄ολοκλήρου έθνους, κατά της πατρίδος, κατά της θρησκείας, κατά της γλώσσης. Διά τούτο βλέπομεν απαθώς το ανοσιούργημα το οποίον από τινος χρόνου τελείται εις τας στήλας μιας αθηναικής εφημερίδος κατά της θρησκείας και κατά της καλαισθησίας, διά της δημοσιεύσεως μια βαναύσου, μια αυτοχρήμα βαρβάρου μεταφράσεως του Ευαγγελίου» (Εικ. 2). 
Λίγα και μικρά σχόλια ή γελοιογραφίες δημοσιεύονται εναντίον της Ακρόπολης και του Α. Πάλλη (Εικ. 3). Ισχυρίζονται ότι αυτή η προσπάθεια διακωμωδεί, βεβηλώνει και αλλοιώνει το νόημα του Ευαγγελίου. Η επικαιρότητα όμως απασχολείται από άλλα θέματα. Στις 22 Σεπτεμβρίου η δημοσίευση διακόπτεται, αλλά στις 30 του ίδιου μήνα συνεχίζεται. Η εφημερίδα δικαιολογεί τη διακοπή γράφοντας ότι αυτή συνέβη λόγω της προσωρινής διακοπής της συγκοινωνίας της Ελλάδας με την Ευρώπη. Σημειώνεται ότι ο Α. Πάλλης ζούσε στο εξωτερικό.
Εικ.3 Εφημερίδα "Καιροί" 30/9/1901

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

B΄ Ελληνικός αποικισμός

Εικ. 1 Προσωπείο του Αγαμέμνονα
Η παρακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού (εικ. 1) συνοδεύτηκε από εκτεταμένες καταστροφές. Το μυκηναϊκό μεγαλείο αντικαθίσταται από ένα συνονθύλευμα μικρών κρατών με διαφορετικό βαθμό ευμάρειας και μεταναστευτικά ρεύματα δημιουργούν καινούργιους οικισμούς πέρα από τα όρια του τότε ελληνικού κόσμου. Η Κύπρος, οι Κυκλάδες, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και τα μικρασιατικά παράλια είναι οι βασικοί προορισμοί. Με εξαίρεση τη Μίλητο, οι άλλοι αποικισμοί στην περιοχή γίνονται μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Χετταίων (περί τα 1190 π.Χ.). Η παρακμή και η δημογραφική αραίωση είναι τα χαρακτηριστικά της εποχής. Η ηπειρωτική Ελλάδα έχασε μέχρι και τα τρία τέταρτα του πληθυσμού.





Κατά την πρώιμη γεωμετρική περίοδο (8ος -7ος αιώνας π.Χ.) παρατηρείται η επικράτηση της αγροτικής οικονομίας. Ο πληθυσμός αυξάνεται θεαματικά. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε ταφικά κυρίως ευρήματα. Ο αρχαιολόγος IMorris εισάγει την υπόθεση, ότι ίσως αυτή η αύξηση των τάφων δεν οφείλεται σε πληθυσμιακή αύξηση, αλλά στο δικαίωμα τάφου σε μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού. Ωστόσο η πληθυσμιακή αύξηση τεκμηριώνεται και από άλλους δείκτες
Εικ. 2 Δελφοί
Δημιουργούνται μεγάλοι τόποι λατρείας (εικ. 2)  και αναπτύσσονται κάποια θρησκευτικά κέντρα, που μάλιστα, δεν έχουν μόνο τοπικό χαρακτήρα, αλλά είναι προσκυνήματα, τα οποία επισκέπτονται πιστοί από πολλές και μακρινές περιοχές. Παλαιοί τάφοι των «αρχαίων νεκρών» δέχονται θυσίες και αφιερώματα. Ίσως θεωρούνται οι παλαιοί ήρωες, και συνεπώς, με την λατρεία τους, οι τότε κάτοικοι θεμελιώνουν ιστορικά δικαιώματα πάνω στη γη. Η γραφή διαδίδεται στον πληθυσμό, το ελληνικό αλφάβητο υιοθετείται. Τα ελληνικά φύλλα απλώνονται. Ο αποικισμός των μικρασιατικών παραλίων οδηγεί στην επικράτηση του ελληνικού στοιχείου στην περιοχή. Ιωνικά κυρίως φύλλα ιδρύουν τον 8ο αιώνα το «Πανιώνιον», μια θρησκευτική ένωση πόλεων, ενώ δωρικά ιδρύουν στο νοτιοανατολικό Αιγαίο το «Τριόπιον». Η κοινωνική οργάνωση αντανακλούσε και στην οικονομία, η οποία κινείτο γύρω από τον οίκο. Το εμπόριο βρίσκεται κυρίως στα χέρια των Φοινίκων, ενώ στους Έλληνες περιορίζεται στην ανεύρεση δούλων ή μεταλλευμάτων.